« Ἐπιστάτα, δι᾽ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον» (Λουκ. ε´5)
Ἔμπειροι ψαράδες οἱ ψαράδες τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ἄνθρωποι τῆς ὑπομονῆς καί τοῦ μόχθου, κουράστηκαν ὅλη τή νύχτα φέρνοντας γύρω τή θάλασσα τῆς Τιβεριάδας, πλήν ὅμως οἰ προσπάθειές τους ἔμειναν ἄκαρπες. Οἱ κόποι τους ἔμειναν χωρίς ἀμοιβή. Ὅταν ὅμως, ὑπακούοντας στήν ἐντολή τοῦ νέου
Διδασκάλου τοῦ Ἰσραήλ, τά ἔρριξαν καί πάλι στή θάλασσα μέρα-μεσημέρι, ἔζησαν τό θαῦμα. Παρά τίς τελείως ἀκατάλληλες χρονικά συνθῆκες, τά δίχτυα τους γέμισαν ψάρια, κι ἐκείνη ἡ ἁλιεία ἔμεινε στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἡ «θαυμαστή ἁλιεία».Τό περιστατικό αὐτό μᾶς προσφέρει ἐκτός τῶν ἄλλων καί τοῦτο τό σπουδαιότατο δίδαγμα. Μᾶς λέει ὅτι οἱ ἀνθρώπινες προσπάθειες μόνες τους μένουν συχνά ἄκαρπες. Ὅταν συνοδεύονται ἀπό τήν παρουσία καί τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, φέρουν θαυμάσια ἀποτελέσματα καί ὅταν ἀκόμη στά δικά μας μάτια, μέ τή δική μας λογική φαίνονται ἀποτυχημένες. Νά δοῦμε ὅμως τοῦ λόγου τό ἀληθές μέσα ἀπό περιστατικά τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς.
******
«Ἐπιστάτα, δι᾽ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον»
Ἡ ζωή μας πάνω στή γῆ μοιάζει μέ θάλασσα κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε οἱ «τοῦ βίου πλωτῆρες», ὅπως μᾶς χαρακτηρίζει ὁ ποιητής τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου. Καράβι μικρό εἶναι ἡ ὕπαρξή μας στή θάλασσα τῆς ζωῆς. Μέ τή βάρκα τῶν ὀνείρων μας τρέχουμε, ζητώντας τήν εὐτυχία, τή χαρά, τήν ἀνάδειξη καί τήν καταξίωση μέσα στήν κοινωνία πού ζοῦμε. Ὅλοι μας μοιάζουμε μέ ψαράδες ἀπό τά παιδικά μας χρόνια. Πόσοι ὅμως ἀπ᾽αὐτούς τούς ψαράδες τῆς εὐτυχίας βλέπουν μέ πίκρα νά περνοῦν τά χρόνια τῆς ζωῆς τους, νά κυλοῦν τά γεγονότα, καί τά δίχτυα τῆς εὐτυχίας τους νά μένουν ἀδειανά! Μιά ἑρμηνεία ἀσφαλής μπορεῖ νά δοθεῖ στό φαινόμενο. Ἡ ἑρμηνεία ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι συνήθως ἀγωνίζονται στή ζωή μόνοι, χωρίς τόν Θεό, καί κατά συνέπεια δοκιμάζουν στούς ἀγῶνες τους ἄπειρες ἀγωνίες. Καί τελικά αὐτοί οἱ ἀγῶνες ἀποβαίνουν ἄγονοι, ἄκαρποι. Πιό συγκεκριμένα:
******
Σέ ἐπίπεδο ἀτομικό, προσωπικό. Εἶναι κανόνας πώς κάθε λογικός ἄνθρωπος ξεκινᾶ τή ζωή του μέ ὁραματισμούς καί σχέδια. Ἔχει ὄνειρα γιά ἐπαγγελματική πρόοδο, γιά οἰκογενειακή εὐτυχία, γιά ἀναγνώριση κοινωνική. Ὀνειρεύεται τή ζωή του εὐτυχισμένη. Δυστυχῶς ὅμως δέν ἀργοῦν νά παρουσιαστοῦν οἱ δυσκολίες, τά ἀτυχήματα καί τά ἀπρόβλεπτα τῆς ζωῆς. Θύελλα πραγματική. Ὁ οὐρανός σκοτεινιάζει, οἱ ἄνεμοι φυσοῦν ἀπειλητικοί. Ὁ οὐρανός φωτίζεται ἀπό ἄγριες ἀστραπές καί αὐλακώνεται ἀπό καταστρεπτικούς κεραυνούς. Μέσα σ᾽ αὐτή τή θύελλα ἡ σκέψη θολώνει, τά γόνατα λυγίζουν. Ποῦ νά βρεῖ ὁ ἄνθρωπος τή δύναμη νά προχωρήσει; Ποιός θά τοῦ πεῖ: «στάσου ὄρθιος, μή λυγίζεις, εἶμαι κοντά σου»; Ποιός θά σκουπίσει τό λουσμένο ἀπό τόν κρύο ἱδρώτα μέτωπό του; Ποιός θά δροσίσει τά φρυγμένα ἀπό τόν τρόμο καί τήν ἀγωνία χείλη του; Κανείς. Μόνος κατάμονος στό μάτι τοῦ κυκλώνα, γιατί δέν θέλησε τό Θεό ὁδηγό καί συμπαραστάτη στή ζωή του. Κι ἔτσι τά σχέδιά του κοίτωνται τώρα ἐρείπια μπροστά στά πόδια του.
Ἀλλά καί πάλι ἄν νικήσει αὐτά τά ἐμπόδια, ἔρχονται ἄλλα. Στήνονται παγίδες ἀπό τούς γύρω του ἀνθρώπους. Ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν συμφέρον ἀντίθετο ἀπό τό δικό του. Κι εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού δέν θέλουν τό καλό του, καί θά κάμουν τό πᾶν, γιά νά ἀνακόψουν τήν πορεία του, νά παρεμποδίσουν τό ἔργο του. Τέτοιες ἐνέργειες στήν ἀρχή γίνονται ἀπό τό παρασκήνιο, στά κρυφά γιά νά προχωρήσουν στή συνέχεια στά φανερά. Ἀντίδραση φανερή, συκοφαντία, λασπολογία, σκηνοθετημένες καταστάσεις· πού μπορεῖ νά μήν εἶναι μαχαιριές, εἶναι ὅμως βελονιές. Βελονιές ἀμέτρητες πού τρυποῦν τήν καρδιά καί τῆς προκαλοῦν πόνο πολύ πιό δυνατό ἀπό τίς μαχαιριές δίκοπου μαχαιριοῦ. Κι ὅλα αὐτά μέ σύστημα. Μέ πρόγραμμα μελετημένο, μέχρι πού θά τόν παραμερίσουν, θά τόν ἐξοντώσουν ψυχικά καί σωματικά, θά τόν μεταβάλουν σέ ράκος ἠθικό.
Αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ χρειαζόταν μιά ἀσπίδα γιά νά προτάξει σ᾽ ὅλες αὐτές τίς σκευωρίες. Ἀσπίδα πού ὅμως δέν θέλησε νά τήν πιάσει στό χέρι του. Ὁ Θεός ὁ «βοηθός καί σωτήρ τοῦ κόσμου», ἀπουσιάζει ἀπό τή ζωή του. Κι ἔτσι μάχεται μόνος του ὁ ἀγωνιστής.
Καί ἄν καί αὐτά τά ὑπερπηδήσει, ὑψώνεται στή συνέχεια μπροστά του ἡ ἁμαρτία, μέ τό γοητευτικό της προσωπεῖο, μέ τό πλάνο τραγούδι της, σάν ἄλλη Σκύλλα καί Χάρυβδις. Ἔρχεται μέ γλυκό τρόπο, ἀρχίζει ἀπό ἁπλές ὑποχωρήσεις. Προχωρεῖ στή συνέχεια σέ ἔνοχους συμβιβασμούς, γιά νά καταλήξει ἀργότερα σέ πλήρη ὑποταγή τοῦ ὀχυροῦ τῆς ψυχῆς. Κουρέλι ἡ ψυχή. Αἰσθήματα καί πόθοι σκλαβωμένοι. Ἡ ὄρεξη γιά ἐργασία κόβεται, σπάζει γιά τούς νέους ὁ ἐνθουσιασμός γιά σπουδή, ἐγκαταλείπονται τά μεγάλα σχέδια. Οἱ δρόμοι γιά τήν κορυφή ὅλοι κλειστοί. Κι ἔτσι ὁ ἀετός γίνεται σπουργίτι πού χαμηλοπετᾶ, ψάχνοντας γιά σπόρους καί σκουλίκα τῆς γῆς. Πόσοι νέοι καί νέες μέ ἱκανότητες καί ὄνειρα ἔμειναν καί μένουν δυστυχῶς στό δρόμο, γιατί ἀγνόησαν ἤ ἀπέκλεισαν τόν Θεό ἀπό τή ζωή τους!
Μιά τέτοια κατάληξη ἦταν φυσική, ἀφοῦ καί αὐτός ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τόν Θεό μαζί του ὡς «βακτηρία», δυσκολεύεται νά νικήσει τό κακό. Ἄλλωστε ὁ Κύριος μᾶς προειδοποίησε λέγοντάς μας: «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. ιε΄5) Χωρίς τή δική Του βοήθεια δεν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε, ὅσο ἔξυπνοι, ἱκανοί, δραστήριοι καί φιλότιμοι κι ἄν εἴμαστε.
******
Ἀκόμη πιό θλιβερή ἀπό τήν προηγούμενη εἶναι ἡ διαπίστωση στή σφαίρα τήν οἰκογενειακή. Θέλετε νά πάρουμε μιά οἰκογένεια, πού χτίστηκε μέ ὅλες τίς ἐλπιδοφόρες κοσμικές προϋποθέσεις; Ἔχει ἡ οἰκογένεια αὐτή χρῆμα, θέση, ὄνομα, ἀνέσεις, δροσιά νεανική σάν γάργαρο νερό, ἔχει ὄνειρα... Δέν ἔχει ὅμως Θεό. Αὐτό τό σπίτι μοιάζει μέ οἰκοδόμημα πού στό ὑπόγειό του ἔχει δυναμίτιδα. Δέν χρειάζεται παρά μιά σπίθα γιά νά γίνει τό μεγάλο κακό, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν ἀνατίναξη τοῦ οἰκοδομήματος. Θά ἔλθουν τά πείσματα, οἱ ἐγωϊσμοί, οἱ μικρότητες, οἱ θυμοί, πού θά κρατοῦν τό στόμα κλεισμένο γιά μέρες. Μιά σύγκρουση σήμερα, ἄλλη αὔριο, τρίτη μεθαύριο καί τό κακό ἔγινε. Δικηγόρος, χαρτιά, «ἐπειδή» καί «διά ταῦτα», δικαστήρια, ἀποφάσεις. Διάλυση. Πόσες τέτοιες ἀνατινάξεις μεγατόνων δέν γνωρίζει καθημερινά ἡ κοινωνία μας; Πόσα διαζύγια εἶναι ἀναγκασμένοι νά ὑπογράφουν μέσα στό κάθε ἡμερολογιακό ἔτος μέ πόνο καί ὀδύνη ψυχῆς βαθύτατη οἱ Ποιμενάρχες μας;
Θά ἔρθουν στή συνέχεια τά ἀτυχήματα, ἀρρώστιες, ἀνεργία, φτώχεια καί πολλά ἄλλα ἀπρόβλεπτα. Καί ἀρχίζει τότε ἡ γκρίνια, οἱ σκηνές πού θά φθάσουν σέ ἐνέργειες βίαιες. Καί τότε ποῦ θά ἀκουμπήσει ὁ ἄνδρας, ποῦ θά στηριχθεῖ ἡ γυναίκα;
Καί γιά νά μήν ἐθελοτυφλοῦμε, ἀργά ἤ γρήγορα ἐμφανίζονται στήν πορεία τῆς οἰκογένειας τά ἀγκάθια τῶν παρεκτροπῶν, πού ἔχουν σχέση μέ τήν ἀξιοπρέπεια, τήν ἠθική, τόν οἰκογενειακό ὅρκο. Διότι, ὅταν δέν ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ποιά δύναμη θά συγκρατήσει τήν ὁρμή, ποιός φραγμός θά ἀνακόψει τήν κλίση πού ὁδηγεῖ πρός τήν παράβαση, τήν φθορά, τήν ἀτιμία;
Κι ἔτσι ὁ κοινωνικός ἱστός διαβρώνεται. Ἡ ὄψη τῆς κοινωνίας ἀλλάζει. Μιά κοινωνία ὅμως χωρίς Θεό, χωρίς σεβασμό στό Νόμο Του, εἶναι μιά ζούγκλα.
Καί ἐνῶ ὁ κόσμος ζητεῖ τή χαρά, τρυγάει πικρίες. Κάτι πού μᾶς τό εἶπε τό Πανάγιο Πνεῦμα μέ τό στόμα τοῦ ψαλμωδοῦ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. «Οἱ μακρύνοντες ἑαυτούς ἀπό σοῦ, μᾶς εἶπε, ἀπολοῦνται» (Ψαλμ. 72,27). Ὅσοι φεύγουν μακριά ἀπό τόν Θεό, ὅσοι ἀπωθοῦν τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή τους χάνονται, καταστρέφονται. Καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι καί οἱ κοινωνίες πορεύονται δυστυχῶς χωρίς Θεό. Χωρίς Θεό ὅμως τά πράγματα μᾶς φωνάζουν ὅτι ὅλα πεθαίνουν…
*****
«Ἐπιστάτα, δι᾽ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον»
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί! Ὅλοι μας θέλουμε ὡς ἄτομα, ὡς οἰκογένειες, ὡς κοινωνία νά διαπλεύσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς μέ ἀσφάλεια. Θέλουμε νά δοῦμε τούς κόπους μας νά φέρνουν καρπούς πολλαπλάσιους. Θέλουμε τό πλοῖο τῆς ζωῆς μας νά ἐλλιμενισθεῖ στήν ἀντίπερα ὄχθη τῆς αἰωνιότητας κατάφορτο ἀπό φορτίο, πού θά μᾶς ἀνοίξει τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ. Κάθε ποθεῖ, ὅταν τό χιόνι τοῦ χρόνου καλύψει τήν κεφαλή του, καί νοσταλγικά θά στρέφει τό βλέμμα πίσω, ὄχι μόνο νά μή ντρέπεται γιά τό παρελθόν τοῦ βίου του, ἀλλά καί νά καυχιέται γι’ αὐτό μέ ἱερή καύχηση. Νά θυμᾶται τά περασμένα τῆς ζωῆς του μέ ἀγαλλίαση, μέ ἱκανοποίηση. Γιά νά γίνει ὅμως αὐτό χρειάζεται τώρα νά βάλει τόν Χριστό στό τιμόνι τοῦ πλοίου του. Τώρα νά καλέσει τόν Χριστό καί νά τόν καταστήσει Κυβερνήτη τῆς ζωῆς του. Τό στάδιο εἶναι μπροστά μας ἀνοικτό. Ἄν κάποια χρόνια μᾶς ἔφυγαν ἡ μετάνοια καί καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διορθώνει τά πάντα.
Ἔμπειροι ψαράδες οἱ ψαράδες τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ἄνθρωποι τῆς ὑπομονῆς καί τοῦ μόχθου, κουράστηκαν ὅλη τή νύχτα φέρνοντας γύρω τή θάλασσα τῆς Τιβεριάδας, πλήν ὅμως οἰ προσπάθειές τους ἔμειναν ἄκαρπες. Οἱ κόποι τους ἔμειναν χωρίς ἀμοιβή. Ὅταν ὅμως, ὑπακούοντας στήν ἐντολή τοῦ νέου
Διδασκάλου τοῦ Ἰσραήλ, τά ἔρριξαν καί πάλι στή θάλασσα μέρα-μεσημέρι, ἔζησαν τό θαῦμα. Παρά τίς τελείως ἀκατάλληλες χρονικά συνθῆκες, τά δίχτυα τους γέμισαν ψάρια, κι ἐκείνη ἡ ἁλιεία ἔμεινε στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἡ «θαυμαστή ἁλιεία».Τό περιστατικό αὐτό μᾶς προσφέρει ἐκτός τῶν ἄλλων καί τοῦτο τό σπουδαιότατο δίδαγμα. Μᾶς λέει ὅτι οἱ ἀνθρώπινες προσπάθειες μόνες τους μένουν συχνά ἄκαρπες. Ὅταν συνοδεύονται ἀπό τήν παρουσία καί τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, φέρουν θαυμάσια ἀποτελέσματα καί ὅταν ἀκόμη στά δικά μας μάτια, μέ τή δική μας λογική φαίνονται ἀποτυχημένες. Νά δοῦμε ὅμως τοῦ λόγου τό ἀληθές μέσα ἀπό περιστατικά τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς.
******
«Ἐπιστάτα, δι᾽ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον»
Ἡ ζωή μας πάνω στή γῆ μοιάζει μέ θάλασσα κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε οἱ «τοῦ βίου πλωτῆρες», ὅπως μᾶς χαρακτηρίζει ὁ ποιητής τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου. Καράβι μικρό εἶναι ἡ ὕπαρξή μας στή θάλασσα τῆς ζωῆς. Μέ τή βάρκα τῶν ὀνείρων μας τρέχουμε, ζητώντας τήν εὐτυχία, τή χαρά, τήν ἀνάδειξη καί τήν καταξίωση μέσα στήν κοινωνία πού ζοῦμε. Ὅλοι μας μοιάζουμε μέ ψαράδες ἀπό τά παιδικά μας χρόνια. Πόσοι ὅμως ἀπ᾽αὐτούς τούς ψαράδες τῆς εὐτυχίας βλέπουν μέ πίκρα νά περνοῦν τά χρόνια τῆς ζωῆς τους, νά κυλοῦν τά γεγονότα, καί τά δίχτυα τῆς εὐτυχίας τους νά μένουν ἀδειανά! Μιά ἑρμηνεία ἀσφαλής μπορεῖ νά δοθεῖ στό φαινόμενο. Ἡ ἑρμηνεία ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι συνήθως ἀγωνίζονται στή ζωή μόνοι, χωρίς τόν Θεό, καί κατά συνέπεια δοκιμάζουν στούς ἀγῶνες τους ἄπειρες ἀγωνίες. Καί τελικά αὐτοί οἱ ἀγῶνες ἀποβαίνουν ἄγονοι, ἄκαρποι. Πιό συγκεκριμένα:
******
Σέ ἐπίπεδο ἀτομικό, προσωπικό. Εἶναι κανόνας πώς κάθε λογικός ἄνθρωπος ξεκινᾶ τή ζωή του μέ ὁραματισμούς καί σχέδια. Ἔχει ὄνειρα γιά ἐπαγγελματική πρόοδο, γιά οἰκογενειακή εὐτυχία, γιά ἀναγνώριση κοινωνική. Ὀνειρεύεται τή ζωή του εὐτυχισμένη. Δυστυχῶς ὅμως δέν ἀργοῦν νά παρουσιαστοῦν οἱ δυσκολίες, τά ἀτυχήματα καί τά ἀπρόβλεπτα τῆς ζωῆς. Θύελλα πραγματική. Ὁ οὐρανός σκοτεινιάζει, οἱ ἄνεμοι φυσοῦν ἀπειλητικοί. Ὁ οὐρανός φωτίζεται ἀπό ἄγριες ἀστραπές καί αὐλακώνεται ἀπό καταστρεπτικούς κεραυνούς. Μέσα σ᾽ αὐτή τή θύελλα ἡ σκέψη θολώνει, τά γόνατα λυγίζουν. Ποῦ νά βρεῖ ὁ ἄνθρωπος τή δύναμη νά προχωρήσει; Ποιός θά τοῦ πεῖ: «στάσου ὄρθιος, μή λυγίζεις, εἶμαι κοντά σου»; Ποιός θά σκουπίσει τό λουσμένο ἀπό τόν κρύο ἱδρώτα μέτωπό του; Ποιός θά δροσίσει τά φρυγμένα ἀπό τόν τρόμο καί τήν ἀγωνία χείλη του; Κανείς. Μόνος κατάμονος στό μάτι τοῦ κυκλώνα, γιατί δέν θέλησε τό Θεό ὁδηγό καί συμπαραστάτη στή ζωή του. Κι ἔτσι τά σχέδιά του κοίτωνται τώρα ἐρείπια μπροστά στά πόδια του.
Ἀλλά καί πάλι ἄν νικήσει αὐτά τά ἐμπόδια, ἔρχονται ἄλλα. Στήνονται παγίδες ἀπό τούς γύρω του ἀνθρώπους. Ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν συμφέρον ἀντίθετο ἀπό τό δικό του. Κι εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού δέν θέλουν τό καλό του, καί θά κάμουν τό πᾶν, γιά νά ἀνακόψουν τήν πορεία του, νά παρεμποδίσουν τό ἔργο του. Τέτοιες ἐνέργειες στήν ἀρχή γίνονται ἀπό τό παρασκήνιο, στά κρυφά γιά νά προχωρήσουν στή συνέχεια στά φανερά. Ἀντίδραση φανερή, συκοφαντία, λασπολογία, σκηνοθετημένες καταστάσεις· πού μπορεῖ νά μήν εἶναι μαχαιριές, εἶναι ὅμως βελονιές. Βελονιές ἀμέτρητες πού τρυποῦν τήν καρδιά καί τῆς προκαλοῦν πόνο πολύ πιό δυνατό ἀπό τίς μαχαιριές δίκοπου μαχαιριοῦ. Κι ὅλα αὐτά μέ σύστημα. Μέ πρόγραμμα μελετημένο, μέχρι πού θά τόν παραμερίσουν, θά τόν ἐξοντώσουν ψυχικά καί σωματικά, θά τόν μεταβάλουν σέ ράκος ἠθικό.
Αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ χρειαζόταν μιά ἀσπίδα γιά νά προτάξει σ᾽ ὅλες αὐτές τίς σκευωρίες. Ἀσπίδα πού ὅμως δέν θέλησε νά τήν πιάσει στό χέρι του. Ὁ Θεός ὁ «βοηθός καί σωτήρ τοῦ κόσμου», ἀπουσιάζει ἀπό τή ζωή του. Κι ἔτσι μάχεται μόνος του ὁ ἀγωνιστής.
Καί ἄν καί αὐτά τά ὑπερπηδήσει, ὑψώνεται στή συνέχεια μπροστά του ἡ ἁμαρτία, μέ τό γοητευτικό της προσωπεῖο, μέ τό πλάνο τραγούδι της, σάν ἄλλη Σκύλλα καί Χάρυβδις. Ἔρχεται μέ γλυκό τρόπο, ἀρχίζει ἀπό ἁπλές ὑποχωρήσεις. Προχωρεῖ στή συνέχεια σέ ἔνοχους συμβιβασμούς, γιά νά καταλήξει ἀργότερα σέ πλήρη ὑποταγή τοῦ ὀχυροῦ τῆς ψυχῆς. Κουρέλι ἡ ψυχή. Αἰσθήματα καί πόθοι σκλαβωμένοι. Ἡ ὄρεξη γιά ἐργασία κόβεται, σπάζει γιά τούς νέους ὁ ἐνθουσιασμός γιά σπουδή, ἐγκαταλείπονται τά μεγάλα σχέδια. Οἱ δρόμοι γιά τήν κορυφή ὅλοι κλειστοί. Κι ἔτσι ὁ ἀετός γίνεται σπουργίτι πού χαμηλοπετᾶ, ψάχνοντας γιά σπόρους καί σκουλίκα τῆς γῆς. Πόσοι νέοι καί νέες μέ ἱκανότητες καί ὄνειρα ἔμειναν καί μένουν δυστυχῶς στό δρόμο, γιατί ἀγνόησαν ἤ ἀπέκλεισαν τόν Θεό ἀπό τή ζωή τους!
Μιά τέτοια κατάληξη ἦταν φυσική, ἀφοῦ καί αὐτός ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τόν Θεό μαζί του ὡς «βακτηρία», δυσκολεύεται νά νικήσει τό κακό. Ἄλλωστε ὁ Κύριος μᾶς προειδοποίησε λέγοντάς μας: «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. ιε΄5) Χωρίς τή δική Του βοήθεια δεν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε, ὅσο ἔξυπνοι, ἱκανοί, δραστήριοι καί φιλότιμοι κι ἄν εἴμαστε.
******
Ἀκόμη πιό θλιβερή ἀπό τήν προηγούμενη εἶναι ἡ διαπίστωση στή σφαίρα τήν οἰκογενειακή. Θέλετε νά πάρουμε μιά οἰκογένεια, πού χτίστηκε μέ ὅλες τίς ἐλπιδοφόρες κοσμικές προϋποθέσεις; Ἔχει ἡ οἰκογένεια αὐτή χρῆμα, θέση, ὄνομα, ἀνέσεις, δροσιά νεανική σάν γάργαρο νερό, ἔχει ὄνειρα... Δέν ἔχει ὅμως Θεό. Αὐτό τό σπίτι μοιάζει μέ οἰκοδόμημα πού στό ὑπόγειό του ἔχει δυναμίτιδα. Δέν χρειάζεται παρά μιά σπίθα γιά νά γίνει τό μεγάλο κακό, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν ἀνατίναξη τοῦ οἰκοδομήματος. Θά ἔλθουν τά πείσματα, οἱ ἐγωϊσμοί, οἱ μικρότητες, οἱ θυμοί, πού θά κρατοῦν τό στόμα κλεισμένο γιά μέρες. Μιά σύγκρουση σήμερα, ἄλλη αὔριο, τρίτη μεθαύριο καί τό κακό ἔγινε. Δικηγόρος, χαρτιά, «ἐπειδή» καί «διά ταῦτα», δικαστήρια, ἀποφάσεις. Διάλυση. Πόσες τέτοιες ἀνατινάξεις μεγατόνων δέν γνωρίζει καθημερινά ἡ κοινωνία μας; Πόσα διαζύγια εἶναι ἀναγκασμένοι νά ὑπογράφουν μέσα στό κάθε ἡμερολογιακό ἔτος μέ πόνο καί ὀδύνη ψυχῆς βαθύτατη οἱ Ποιμενάρχες μας;
Θά ἔρθουν στή συνέχεια τά ἀτυχήματα, ἀρρώστιες, ἀνεργία, φτώχεια καί πολλά ἄλλα ἀπρόβλεπτα. Καί ἀρχίζει τότε ἡ γκρίνια, οἱ σκηνές πού θά φθάσουν σέ ἐνέργειες βίαιες. Καί τότε ποῦ θά ἀκουμπήσει ὁ ἄνδρας, ποῦ θά στηριχθεῖ ἡ γυναίκα;
Καί γιά νά μήν ἐθελοτυφλοῦμε, ἀργά ἤ γρήγορα ἐμφανίζονται στήν πορεία τῆς οἰκογένειας τά ἀγκάθια τῶν παρεκτροπῶν, πού ἔχουν σχέση μέ τήν ἀξιοπρέπεια, τήν ἠθική, τόν οἰκογενειακό ὅρκο. Διότι, ὅταν δέν ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ποιά δύναμη θά συγκρατήσει τήν ὁρμή, ποιός φραγμός θά ἀνακόψει τήν κλίση πού ὁδηγεῖ πρός τήν παράβαση, τήν φθορά, τήν ἀτιμία;
Κι ἔτσι ὁ κοινωνικός ἱστός διαβρώνεται. Ἡ ὄψη τῆς κοινωνίας ἀλλάζει. Μιά κοινωνία ὅμως χωρίς Θεό, χωρίς σεβασμό στό Νόμο Του, εἶναι μιά ζούγκλα.
Καί ἐνῶ ὁ κόσμος ζητεῖ τή χαρά, τρυγάει πικρίες. Κάτι πού μᾶς τό εἶπε τό Πανάγιο Πνεῦμα μέ τό στόμα τοῦ ψαλμωδοῦ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. «Οἱ μακρύνοντες ἑαυτούς ἀπό σοῦ, μᾶς εἶπε, ἀπολοῦνται» (Ψαλμ. 72,27). Ὅσοι φεύγουν μακριά ἀπό τόν Θεό, ὅσοι ἀπωθοῦν τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή τους χάνονται, καταστρέφονται. Καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι καί οἱ κοινωνίες πορεύονται δυστυχῶς χωρίς Θεό. Χωρίς Θεό ὅμως τά πράγματα μᾶς φωνάζουν ὅτι ὅλα πεθαίνουν…
*****
«Ἐπιστάτα, δι᾽ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον»
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί! Ὅλοι μας θέλουμε ὡς ἄτομα, ὡς οἰκογένειες, ὡς κοινωνία νά διαπλεύσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς μέ ἀσφάλεια. Θέλουμε νά δοῦμε τούς κόπους μας νά φέρνουν καρπούς πολλαπλάσιους. Θέλουμε τό πλοῖο τῆς ζωῆς μας νά ἐλλιμενισθεῖ στήν ἀντίπερα ὄχθη τῆς αἰωνιότητας κατάφορτο ἀπό φορτίο, πού θά μᾶς ἀνοίξει τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ. Κάθε ποθεῖ, ὅταν τό χιόνι τοῦ χρόνου καλύψει τήν κεφαλή του, καί νοσταλγικά θά στρέφει τό βλέμμα πίσω, ὄχι μόνο νά μή ντρέπεται γιά τό παρελθόν τοῦ βίου του, ἀλλά καί νά καυχιέται γι’ αὐτό μέ ἱερή καύχηση. Νά θυμᾶται τά περασμένα τῆς ζωῆς του μέ ἀγαλλίαση, μέ ἱκανοποίηση. Γιά νά γίνει ὅμως αὐτό χρειάζεται τώρα νά βάλει τόν Χριστό στό τιμόνι τοῦ πλοίου του. Τώρα νά καλέσει τόν Χριστό καί νά τόν καταστήσει Κυβερνήτη τῆς ζωῆς του. Τό στάδιο εἶναι μπροστά μας ἀνοικτό. Ἄν κάποια χρόνια μᾶς ἔφυγαν ἡ μετάνοια καί καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διορθώνει τά πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου